- περιγραφικοί
- περιγραφικόςindicating a conclusionmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή … Dictionary of Greek
Μπιφόν, Ζορζ Λουί Λεκλέρκ ντε- — (Georges Luis Leclerc de Buffon, Μονμπάρ 1707 – Παρίσι 1788). Γάλλος φυσιοδίφης. Μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών σε ηλικία μόλις 26 ετών, τιμήθηκε με τον τίτλο του κόμη του Μπιφόν το 1771 για το επιστημονικό του έργο και για τη συμβολή του στον … Dictionary of Greek